- ἀναπέμπει
- ἀναπέμπωsend uppres ind mp 2nd sgἀναπέμπωsend uppres ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
λεπτοτομώ — (AM λεπτοτομῶ, έω) κόβω σε μικρά τεμάχια, κομματιάζω, λειανίζω, κονιοποιώ («τῆς κόνεως, ἣν ἡ γῆ λεπτοτομοῡσα ἀναπέμπει», Ευστ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < λεπτ(ο) * (< επίρρ. λεπτά) + τομῶ (< τόμος < τέμνω)] … Dictionary of Greek
Δομινικανή Δημοκρατία — Επίσημη ονομασία: Δομινικανή Δημοκρατία Έκταση: 48.730 τ. χλμ Πληθυσμός: 8.721.594 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Σάντο Ντομίνγκο (2.061.302 κάτ. το 2001)Κράτος της Καραϊβικής θάλασσας, στην Κεντρική Αμερική, που καταλαμβάνει το ανατολικό τμήμα του… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… … Dictionary of Greek